Πριν από 17 χρόνια, με την διάσπαση της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, η τότε κυβέρνηση της ΝΔ πιάστηκε στον ύπνο και συνηγόρησε στην προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ. Με συστηματική προσπάθεια φτάσαμε επί Σημίτη, κοντά στην εξεύρεση λύσης το 2001, αλλά η κρίση στην γείτονα χώρα πάγωσε τις διαπραγματεύσεις.
Δυστυχώς, η Ιστορία επαναλαμβάνεται, όταν το 2004 και πάλι η κυβέρνηση της ΝΔ αιφνιδιάστηκε από την αναγνώριση των Σκοπίων με το Συνταγματικό τους όνομα από τις Η.Π.Α. και δεκάδες ακόμα χώρες. Το 2005 συναίνεσε η κυβέρνηση, στο να δοθεί καθεστώς υποψήφιας χώρας στα Σκόπια, για ένταξη στην Ε.Ε. με το προσωρινό όνομα ΠΓΔΜ, χωρίς να τους δεσμεύει σε εξεύρεση λύσης, ενθαρρύνοντας έτσι το μονοπώλιο του όρου Μακεδονία από τα Σκόπια. Το 2007 απαιτούνε αλαζονικά, την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ με το ίδιο όνομα. Έτσι, σήμερα φτάσαμε να διεκδικούμε τα ελάχιστα και τα αυτονόητα με την κυβέρνηση να μοιάζει ευχαριστημένη με την πρόταση Νίμιτς.. αν και στην πρόταση αυτή γίνεται λόγος για διπλή ονομασία.
Αυτό σημαίνει πως με προτροπές και υποδείξεις θα ζητάμε από όλες τις χώρες να χρησιμοποιούν το όνομα στο οποίο θα συμφωνήσουμε κι εμείς, όμως, οι προτροπές είναι κενό γράμμα όταν υπάρχει διεθνής διαφορά και νόμιμος λόγος. Φυσικά, ο πρόεδρος του Πασοκ ξεκαθάρισε ότι δεν συζητάμε για διπλή ονομασία.
Μετά από σειρά λανθασμένων χειρισμών -γιατί οι πολιτικές κρίνονται από το αποτέλεσμα-, φτάσαμε να μιλάμε για βέτο. Το βέτο όμως, δεν είναι λύση, είναι εργαλείο πίεσης, είναι μια επιλογή στην οποία εξαναγκαζόμαστε, αλλά δεν είναι λύση. Μας κάνει μέρος του προβλήματος. Βέβαια στην διαχείριση κρίσεων, αυτή η κυβέρνηση αποδείχθηκε επανειλημμένα ανεπαρκής και ανεύθυνη.
Μάλιστα, σε ένα θέμα που είναι ευαίσθητες οι ισορροπίες και απαιτούνται λεπτοί χειρισμοί, πληγώθηκε ανεπανόρθωτα η αξιοπιστία μας με τις διαρροές στα ΜΜΕ, καθώς, ενώ η κυβέρνηση έδειξε έλλειψη εμπιστοσύνης σε θεσμικό επίπεδο, όταν δεν επέτρεψε ούτε σημειώσεις να κρατήσουν οι πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων από το κείμενο της πρότασης Νίμιτς, την ίδια ώρα, αδυνατεί να το διαφυλάξει από τα ΜΜΕ. Και μετά αναρωτιέται κανείς γιατί το πολιτικό κενό το καταλαμβάνουν οι δημοσιογράφοι..
Και μένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα..
Γιατί δεν βρήκαμε συμμάχους στην πολιτική μας;
Γιατί αφήσαμε αναξιοποίητους τους φιλέλληνες;
Γιατί δεν έγινε μια εκστρατεία διεθνούς ενημέρωσης;
Γιατί δεν έχει γίνει σαφές στο εξωτερικό, πως το θέμα δεν είναι διμερές;
Όταν μπαίνεις σε λογική διαπραγμάτευσης, ναι, είσαι έτοιμος για συμβιβασμούς, αλλά απαιτείται να βάλεις όρια και κόκκινες γραμμές. Σε θέματα ταυτότητας και συμβόλων, όχι άλλη υποχώρηση, γιατί κανείς δεν μπορεί να μας επιβάλλει λύσεις.